Στα περισσότερα παιδιά κατά την ακρόαση της καρδιάς από τον παιδίατρο διαπιστώνεται η ύπαρξη κάποιου φυσήματος που οφείλεται συνήθως στη δίοδο του αίματος μέσα από φυσιολογικά ή παθολογικά στόμια, βαλβίδες και επικοινωνίες γειτονικών καρδιακών δομών. Οι συγγενείς καρδιοπάθειες-εκτός των άλλων ευρημάτων τους- εκδηλώνονται τις περισσότερες φορές με κάποιο καρδιακό φύσημα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις συγγενών καρδιοπαθειών-συχνά σοβαρών-στις οποίες δεν ακούγεται φύσημα. Επίσης τα περισσότερα παιδιά με φυσήματα έχουν φυσιολογική καρδιά και είναι όπως λέμε ‘καρδιολογικά υγιή’. Τα φυσήματα αυτά συχνά δεν ακούγονται στην ενήλικη ζωή λόγω της αύξησης των διαστάσεων του θώρακα, άρα και της απόστασης ανάμεσα στην καρδιά και το στηθοσκόπιο του γιατρού. Αυτά τα ‘αθώα’ φυσήματα έχουν κάποια χαρακτηριστικά: είναι συνήθως χαμηλής έντασης, δεν είναι διαστολικά, δεν αντανακλούν σε άλλα σημεία, όπως μασχάλη και ράχη, δε συνοδεύονται από ροίζο (ροίζος είναι το να μπορούμε να νιώσουμε απτικά το φύσημα) και αφορούν παιδιά που είναι καλά αναπτυγμένα και ασυμπτωματικά. Θα πρέπει να έχουμε επίσης υπόψη μας ότι φυσήματα μπορεί να ακούγονται κατά τη διάρκεια εμπύρετων νοσημάτων, λόγω αυξημένης καρδιακής παροχής, καθώς επίσης στην κύηση, αναιμία και τον υπερθυρεοειδισμό. Πολλές φορές η διάκριση μεταξύ λειτουργικών (αθώων) και οργανικών (παθολογικών) φυσημάτων μπορεί να είναι εξαιρετικά δυσχερής· εκεί καθίσταται απαραίτητη η εκτίμηση από παιδίατρο με εμπειρία στην κλινική παιδοκαρδιολογία ο οποίος θα αποφασίσει την έγκαιρη παραπομπή στον παιδοκαρδιολόγο, ενημερώνοντας σωστά τους γονείς, χωρίς να τους ανησυχήσει άκριτα, αλλά και χωρίς να τους καθησυχάσει απερίσκεπτα και αβασάνιστα. Γενικά θα λέγαμε ότι το φύσημα δεν είναι νόσος, άρα δεν πρέπει να ταυτίζεται αναγκαστικά με την καρδιοπάθεια, είναι όμως μια πρώτη ένδειξη για να γίνει μια ολοκληρωμένη παιδοκαρδιολογική εξέταση η οποία θα στηριχθεί στο λεπτομερές ατομικό, αλλά και οικογενειακό ιστορικό και θα συμπληρωθεί απαραίτητα από το ηλεκτροκαρδιογράφημα και το υπερηχογράφημα (triplex) καρδιάς. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να συστήσουμε ότι όταν το φύσημα συνοδεύεται και από άλλα συμπτώματα όπως ταχύπνοια, δύσπνοια, μειωμένη πρόσληψη βάρους, δυσκολία και εφίδρωση κατά τη σίτιση, εύκολη κόπωση, πόνο στο στήθος κατά την προσπάθεια, λιποθυμικά επεισόδια, τότε χρειάζεται άμεση παραπομπή για ενδελεχή παιδοκαρδιολογική εξέταση, ενώ τα μεμονωμένα φυσήματα, χωρίς να έχουν την έννοια του επείγοντος να ελέγχονται κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της ζωής. Τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ο έλεγχος να περιλαμβάνει όλα τα παιδιά πριν ξεκινήσουν την πρώτη Δημοτικού με ΗΚΓ και triplex καρδιάς και με αυτό τον τρόπο να διαγιγνώσκονται και οι ήπιες περιπτώσεις συγγενών καρδιοπαθειών, αλλά και άλλων καρδιακών νοσημάτων που έως τότε είχαν διαλάθει της προσοχής, ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμούμε και το ‘θεραπευτικό’ όφελος μιας φυσιολογικής εξέτασης τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και τους γονείς του.