Ονομάζονται Γιώργος, Μαρία, Νίκος ή Ελένη, έχουν ηλικία μεταξύ τεσσάρων και πέντε ετών κι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό : μαλώνουν πολύ, προκαλούν συνεχώς άλλα παιδιά στο νηπιαγωγείο ή καταστρέφουν οτιδήποτε βρεθεί μπροστά τους. Φωνάζουν, κραυγάζουν κι ενοχλόυν ασταμάτητα, δεν είναι ευλύγιστα, δεν μπορούν να συγκεντρωθούν, είναι απρόσεχτα στο παιχνίδι και αντικοινωνικά απέναντι στους συνανθρώπους τους. Αυτά τα παιδιά χαρακτηρίζονται σήμερα από τους ειδικούς ως παιδιά με διαταραχές συμπεριφοράς.
Με την έναρξη του σχολείου παρουσιάζει ένα 20% των παιδιών διαταραχές συμπεριφοράς. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτές έχουν ήδη εντοπιστεί από το νηπιαγωγείο. Τα παιδία αυτά δείχνουν έντονες διαταραχές στην κοινωνική συμπεριφορά ή τεράστια ελλείμματα στην κινητική ανάπτυξη. Υποφέρουν από ελλειματική συγκέντρωση, προβλήματα στην αντίληψη και στα αισθητήρια όργανα όπως επίσης και στον συντονισμό. Οι διαταραχές της κοινωνικόητας εκφράζονται ως αδυναμία σύναψης επαφής με άλλα συνομήλικα παιδιά, δυσκολίες μέσα στην ομάδα, επιθετικότητα και χαμηλή ανεκτικότητα. Υπάρχουν παιδιά που χτυπάνε, τσιμπάνε ή σπρώχνουν άλλα παιδιά αντί απλά να πούνε οτι θέλουν να παίξουν μαζί.
Συχνά απουσιάζει από τα παιδιά αυτά η αίσθηση για το ίδιο τους το σώμα και τις κινητικές του ικανότητες. Παιδιά με ελλείμματα στον τομέα του συντονισμού, της συγκέντρωσης και της κινητικότητας μπορεί να δυσκολεύονται να περπατήσουν με την πλάτη (προς τα πίσω), να πηδάνε στο ένα πόδι ή να ισορροπήσουν. Πέφτουν διαρκώς πάνω σε άλλα παιδιά, σκοντάφτουν συνεχώς η πέφτουν κάτω. Αυτά τα παιδιά συχνά χαρακτηρίζονται παρορμητικά κι ανεξέλεγχτα. Άλλα πάλι δυσκολεύοναι να συγκεντρωθούν, αποσπάται μονίμως η προσοχή τους και δεν μπορούν να αφοσιωθούν σε ένα συγκεκριμένο παιχνίδι ή μια άσκηση. Το αποτέλεσμα είναι να περιθωριοποιούνται.
Πιθανές αιτίες τέτοιων διαταραχών συμπεριφοράς θα πρέπει να συζητηθούν με τον Αναπτυξιολόγο-Παιδίατρο που έχει ως έργο του την πρόληψη, πρώιμη αναγνώριση, διάγνωση, προώθηση και θεραπεία –μεταξύ άλλων- και αυτών των παιδιών.
Στα πλαίσια της διάγνωσης είναι σημαντικό να αναζητηθεί η αιτία των διαταραχών συμπεριφοράς. Σε περίπτωση υποψίας σωματικής παθολογικής αιτίας το παιδί παραπέμπεται σε συνάδελφο της αντίστοιχης ειδικότητας. Άλλα αίτια εκτός από νευρολογικά και μεταβολικά νοσήματα, μπορέι να είναι δυσανεξία σε τροφές ή προβλήματα ακοής/όρασης. Έαν ένα παιδί δεν βλέπει καλά, δεν μπορεί να εκτιμήσει σωστά την αποστάσεις και είναι ανασφαλές στην βάδιση και στο παιχνίδι. Όταν ένα παιδί δεν ακούει καλά, μπορεί να εμφανίσει διαταραχές στον λόγο ή ανασφάλεια στην επικοινωνία. Αυτά τα ελλείμματα μπορούν να αντισταθμιστούν με τα κατάλληλα γυαλιά οράσεως ή ειδικό ακουστικό. Παρόμοια στην περίπτωση δυσανεξίας σε συγκεκριμένες τροφές, αφού αναγνωριστούν και θεραπευτούν, το παιδί μπορεί σε μικρό χρονικό διάστημα να φτάσει το στάδιο ανάπτυξης των συνομηλίκων του. Αυτό για παράδειγμα συμβαίνει στην κοιλιοκάκη : τα παιδιά πάσχουν από δυσανεξία στην γλουτένη και παρουσιάζουν σοβαρά ελλείμματα στην σωματική και νοητική τους ανάπτυξη. Με μια ειδική δίαιτα τα πάσχοντα παιδιά καλύπτουν την καθυστέρη της ανάπτυξής τους.
Πάντως δεν είναι πάντα τόσο εύκολο να βρεθεί η αιτία των δ/χών συμπεριφοράς. Συνεχώς παρατηρείται οι γονείς να απελπίζονται και να αισθάνονται οτι βρίσκονται σε αδιέξοδο. Αυτοί οι γονείς θα πρέπει να ξέρουν οτι μπορούν να βοηθηθούν. Το πρώτο βήμα είναι η επίσκεψη σε έναν Αναπτυξιολόγο-Παιδίατρο ο οποίος θα ταξινομήσει τις διαταραχές, θα τις αναλύσει και θα προτείνει θεραπευτικές λύσεις. Η πρώτη επίσκεψη διαρκεί περίπου 1 ½ ώρα. Θα ακολουθήσουν, αναλόγως φυσικά το περιστατικό, εκτιμήσεις από ψυχολόγο, εργοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, φυσιοθεραπευτή και ειδικό παιδαγωγό. Αυτο θα βοηθήσει στην δημιουργία μιας ολοκληρωμένης εικόνας για το παιδί και στην εξατομίκευση της θεραπείας. Στην συνέχεια σε μια δεύτερη συνάντηση του Αναπτυξιολόγου με τους γονείς θα συζητηθούν τα αποτελέσματα των τέστ, το θεραπευτικό πλάνο και θα τεθούν οι θεραπευτικοί στόχοι.
Πού οφείλεται όμως το γεγονός οτι τόσα πολλά παιδιά στις μέρες μας εμφανίζουν διαταραχές συμπεριφοράς ;
Ένα μεγάλο μέρος των παιδιών ασχολούνται στις μέρες μας παθητικά και σε καθιστή θέση. Παίζουν μόνα τους και αποκτούν εμπειρίες σχεδόν αποκλειστικά μέσω της τηλεόρασης και του ηλεκτρονικού υπολογιστή αντί να παίζουν μαζί με άλλα παιδιά είτε στα πλαίσια μιας αθλητικής δραστηριότητας είτε έξω από το σπίτι στο ελεύθερο παιχνίδι. Αυτά τα παιδιά είναι διαρκώς κάτω από τις δυνατότητές του και μάλιστα σε μια ηλικία καθοριστική για την ανάπτυξη του νευρικού και μυικού συστήματος αλλά και γενικότερα του κινητικού μηχανισμού. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι διαταραχές συμπεριφοράς, σωματικές και κοινωνικές. Συχνά οι αιτίες θα πρέπει να αναζητηθούν μέσα στην οικογένεια, τον κοινωνικό περίγυρω ή το κοινωνικοπολιτιστικό περιβάλλον. Τραυματικά βιώματα όπως στην περίπτωση θανάτου, κακοποίησης και διαλυμένων οικογενεικών δεσμών μπορεί να έχουν ως επακόλουθο έντονες διαταραχές συμπεριφοράς. Μια επιπλέον αιτία μπορέι να βρίσκεται σε λάθη στην ανατροφή του παιδιού. Η έλλειψη αγάπης, η συναισθηματική και νοητική παραμέληση αλλά και το παραχαίδεμα ή η υπερπροστασία. Η ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού μπορεί να διαταραχτεί σοβαρά. Τα επακόλουθα μπορεί να είναι επιθετική και αντικοινωνική συμπεριφορά, μειωμένη αυτοπεποίθηση, δυσκολίες στην μάθηση, σωματικά ελλείμματα ή ανεπαρκής αντίληψη του ίδιου του σώματος.
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν αρκεί μόνο η θεραπευτική παρέμβαση στο παιδί. Γι΄ αυτό η θεραπεία συμπεριλαμβάνει και τους γονείς. Για την επιτυχία της θεραπείας είναι σημαντικό να δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης και να συζητηθεί με τους γονείς η διάγνωση, η θεραπεία και τα πιθανά θεραπευτικά οφέλη. Η συμμετοχή των γονέων είναι σημαντική και απαραίτητη αλλά δεν είναι πάντα εφικτή. Πολλοί γονείς αντιμετωπίζουν απροκατάληπτα την διάγνωση και θεραπεία και είναι ευχαριστημένοι που μπορούν επιτέλους να κάνουν κάτι. Ωστόσο άλλους η διάγνωση αρχικά τους σοκάρει. Δέχονται ίσως πληροφορίες που είναι δύσκολο να επεξεργαστούν, για παράδειγμα οτι το παιδί τους έχει οριακή νοημοσύνη ή οτι οι ίδιοι πιθανόν συνευθύνονται για τις διαταραχές ανάπτυξης και συμπεριφοράς. Θα πρέπει να δοθεί χρόνος στους γονείς για να αντιμετωπίσουν την νέα κατάσταση και τα κοινωνικά και συναισθηματικά προβλήματα. Αυτό σημαίνει και σημαντικός χρόνος για το παιδί ώστε να μάθει με την βοήθεια των θεραπευτών και των γονέων να ζήσει μια όσο το δυνατόν πιο φυσιολογική ζωή.
Οι γονείς παίζουν κυρίαρχο ρόλο στην ευημερία του παιδιού τους. Είνα σημαντικό λοιπόν να μην αποστρέφουν το βλέμμα τους αλλά να έχουν την απαιτούμενη προσοχή ώστε να αντιλαμβάνονται νωρίς αλλαγές στο παιδί τους. Σίγουρα δεν αποτελεί διαταραχή συμπεριφοράς κάθε πείσμα, κάθε δυνατό χτύπημα του ποδιού στο πάτωμα ή κάθε καυγάς με κάποιο άλλο παιδί. Αν όμως οι γονείς νοιώθουν ανασφάλεια μπορούν να απευθυνθούν σε έναν Αναπτυξιολόγο- Παιδίατρο για να μπορεί να δοθεί στοχευμένη βοήθεια στο παιδί.